Γαλλία, Αριστερά, φιλοσοφία, Ιστορία
Ο Γάλλος ιστορικός Κριστόφ Προσασόν είναι διευθυντής σπουδών στην École des hautes études en sciences sociales. Η ακόλουθη συνέντευξή του δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Le Magazine littéraire.
• Η εμφάνιση του διανοούμενου χρονολογείται κλασικά στη Γαλλία της υπόθεσης Ντρέιφους. Τότε ο όρος διανοούμενος από επίθετο γίνεται ουσιαστικό. Ο διανοούμενος είναι επομένως εκείνος που παίρνει τον λόγο για να υπερασπιστεί μια σφαιρική ιδέα, ανώτερη από όλες τις επιμέρους ιδέες («το καθολικό») – αυτό που στις δεκαετίες 1960 και 1970 εκπροσωπούσαν προσωπικότητες όπως ο Σαρτρ και ο Αρόν. Επειτα έχουμε την εισβολή των «μιντιακών διανοουμένων» και τη μεταβολή που συνεπάγεται η ιδέα του Μισέλ Φουκό για τον «ειδικό διανοούμενο», ο οποίος παρεμβαίνει στη δημόσια ζωή στο όνομα των γνώσεων που έχει κατακτήσει στο πεδίο του και των στοχασμών που αντλεί από αυτές. Συμμερίζεστε αυτή την αναπαράσταση του ζητήματος των διανοουμένων;
Η ιστορία των διανοουμένων γράφεται συνήθως με νοσταλγική διάθεση, τροφοδοτώντας τη μελαγχολία που προκαλεί αυτός «ο κόσμος που έχουμε χάσει». Επικαλούμαστε έτσι κάποια μεγάλα επεισόδια (την υπόθεση Ντρέιφους ως αναλλοίωτη ιδρυτική στιγμή, τον αντιφασισμό της δεκαετίας 1930, τον πόλεμο της Αλγερίας κ.λπ.) και μερικά ονόματα (Ζολά, Σαρτρ, Αρόν, Φουκό ή Μπουρντιέ), που υποτίθεται ότι συνοψίζουν από μόνα τους μια ολόκληρη ιστορία.
Αυτές οι επικλήσεις διασταυρώνονται συχνά με μια θεματική την οποία αναπαράγει τακτικά ο Τύπος: την υποτιθέμενη εξαφάνιση των διανοουμένων ή την παρακμή τους σε σχέση με τη μυθολογία τους. Στην πραγματικότητα, η διαδοχή διακεκριμένων μορφών μετά το βάπτισμα της υπόθεσης Ντρέιφους μέχρι τον τόσο στιγματισμένο μιντιακό διανοούμενο αποκρύπτει πολλές σταθερές. Αν υιοθετήσουμε ένα ευρύτερο αναλυτικό πρίσμα, θα διαπιστώσουμε ότι οι διανοούμενοι υπήρξαν πάντοτε και ταυτόχρονα «καθολικοί», «μιντιακοί» και «ειδικοί».
Αυτό είναι που τους κάνει διανοούμενους, δηλαδή πρόσωπα που αφιερώνουν το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνικής τους δραστηριότητας στην παραγωγή και τη διάδοση της σκέψης. Από μια ορισμένη άποψη, υπάρχει μια λειτουργική συνέχεια ανάμεσα στον Πλάτωνα και, ας πούμε για παράδειγμα -αυτό θα του δώσει μεγάλη χαρά-, τον Μπαντιού.
• Σε σχέση με τις προηγούμενες εποχές, πού τοποθετείται η ιδιαιτερότητα της τωρινής περιόδου της πνευματικής ζωής στη Γαλλία;
Εδώ και τριάντα χρόνια, το διανοητικό πεδίο έχει γνωρίσει πολύ σημαντικές αλλαγές. Η πρώτη αλλαγή συνδέεται με τη μαζικοποίηση των διανοουμένων, η οποία έπληξε τα προηγούμενα μοντέλα που καλλιεργούσαν μια μοναδική, ηρωική, για να μην πούμε ρομαντική μορφή διανοούμενου. Παρά την πρακτική της συλλογής υπογραφών, που αναπτύχθηκε κυρίως στα τέλη του 19ου αιώνα, όπου ο αριθμός είχε σημασία, ο διανοούμενος τοποθετούνταν επί μακρόν από την πλευρά της ποιότητας μάλλον παρά της ποσότητας.
Σήμερα το πανεπιστήμιο συγκεντρώνει χιλιάδες δυνητικούς διανοούμενους, ιδίως στις κοινωνικές επιστήμες. Αυτό το αριθμητικό αποτέλεσμα καθιστά πολύ πιο δύσκολη ή σχεδόν αδύνατη την εμφάνιση κάποιων κυριαρχικών μορφών της σκέψης, σαν αυτές που έχει γνωρίσει στο παρελθόν η πνευματική ζωή, πόσο μάλλον που τα δημοκρατικά μας ήθη, ενισχυμένα από μια ευκολότερη πρόσβαση στη γνώση, δεν ανέχονται αυτές τις παλιές μορφές της διανοητικής κυριαρχίας.
• Υπάρχει και η εξέλιξη των τεχνικών…
Πράγματι. Το έντυπο έχει πάψει να είναι ο μοναδικός ή ο πιο σημαντικός φορέας της παραγωγής και μετάδοσης της σκέψης. Η εμφάνιση του ραδιοφώνου, έπειτα της τηλεόρασης, τέλος του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης απαιτούσε νέες δεξιότητες με τις οποίες οι διανοούμενοι όφειλαν να συμμορφωθούν. Ορισμένοι κατόρθωσαν να ανταποκριθούν σε αυτούς τους νέους τρόπους έκφρασης, άλλοι λιγότερο. Το πιο ανησυχητικό είναι όμως ότι, κατακερματίζοντας τις ανταλλαγές, αυτά τα τεχνικά μέσα συνέβαλαν στη γέννηση δημόσιων χώρων.
Οι διαμάχες -που αποτελούν το άλας της διανοητικής ζωής τουλάχιστον μετά την υπόθεση Καλάς- είναι όλο και περισσότερο περιορισμένες και μόνο λίγες μείζονες διενέξεις κερδίζουν το ευρύτερο δημόσιο ενδιαφέρον. Τέλος, έχουν εξαφανιστεί οι «μεγάλες αφηγήσεις», οι θεωρίες ή τα συστήματα ερμηνείας του κόσμου που προμήθευαν σημεία αναφοράς, νόημα και κατευθύνσεις. Μαζί τους έχουν χαθεί και οι θεσμοί που τις συνόδευαν, όπως για παράδειγμα το κομμουνιστικό κόμμα, που υπήρξε για πολλές δεκαετίες το μεγάλο σπίτι των διανοουμένων.
Πάνε πια ο μαρξισμός, ο υπαρξισμός, ο στρουκτουραλισμός! Μια από τις συνέπειες αυτής της κατάρρευσης -για την οποία μπορούμε να χαιρόμαστε καθώς συνέβαλε στην απελευθέρωση της σκέψης από τα δεσμά που μερικές φορές μπλόκαραν τολμηρούς και ριψοκίνδυνους διανοούμενους- είναι η εξαφάνιση του φεουδαλικού μοντέλου πάνω στο οποίο στηριζόταν ο κλασικός διανοούμενος: ένας δάσκαλος (Μπερξόν, Σαρτρ, Φουκό, Μπουρντιέ κ.λπ.) και οι μαθητές του, πιστοί ή αποκηρυγμένοι.
Με εντυπωσιάζει να διαπιστώνω σε ποιο βαθμό πολλοί διανοούμενοι, ιδίως μεταξύ εκείνων που διεκδικούν μια αριστερή ταυτότητα, αισθάνονται ορφανοί και θέλουν να ανασυγκροτήσουν αυτό το παλιό αντιδημοκρατικό μοντέλο, αναζητώντας νέους δασκάλους που μάταια προσπαθούν να ανακαλύψουν. Λες και η σκέψη που εξαπλώνεται παντού είναι η ένδειξη της παρακμής!
• Μεταξύ των διάφορων μορφών του διανοούμενου, ποια σας φαίνεται κυρίαρχη σήμερα;
Τείνω να αναγνωρίζω τρεις μορφές μάλλον παρά μόνο μία. Η πρώτη, την οποία παράγει κυρίως το σύγχρονο πανεπιστήμιο, είναι εκείνη του διανοούμενου-ειδικού. Αυτός κλείνεται σε έναν μοναδικό κύκλο ειδικών γνώσεων και αρνείται να βγει από αυτόν. Οι οικονομολόγοι της «τυποποιημένης» οικονομικής επιστήμης αντιπροσωπεύουν το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Διατείνονται ότι προσφέρουν έτοιμες λύσεις στα προβλήματα των κοινωνιών. Ονειρεύονται πάντοτε, όπως στον καιρό του Ογκίστ Κοντ, μια κυβέρνηση σοφών.
Ο δεύτερος τύπος είναι εκείνος του μιντιακού διανοούμενου χωρίς ιδιαίτερες ειδικές γνώσεις. Ακόμη και αν του αποδίδεται μια ορισμένη ιδιότητα (συγγραφέας, καλλιτέχνης, φιλόσοφος, οικονομολόγος, κοινωνιολόγος, ιστορικός κ.λπ.), οι απόψεις του είναι τόσο γενικές και τόσο λίγο διακριτές από τον κοινό νου -αντίθετα με τον ειδικό διανοούμενο- ώστε ο ρόλος του είναι μάλλον να ενισχύει τις κοινώς παραδεδεγμένες ιδέες, συμβάλλοντας έτσι στο να τις νομιμοποιεί επειδή λέει ότι είναι «διανοούμενος».
Τέλος, ένας τρίτος τύπος, πιο παραδοσιακός, είναι εκείνος του κομματικού διανοούμενου, όπως ανευρίσκεται ακόμη στην άκρα Αριστερά ή στην άκρα Δεξιά, λιγότερο ή περισσότερο συνδεδεμένος με οργανώσεις, του οποίου όμως η γνώση αποβλέπει πάνω απ’ όλα στην υπεράσπιση μιας θέσης στην οποία υποτάσσονται η περιγραφή και η ανάλυση του κοινωνικού κόσμου.
• Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μια ορισμένη θεώρηση του διανοούμενου -εκείνη που τον συνδέει με το «καθολικό»- είναι ξεπερασμένη;
Οι διανοούμενοι καλούνται ήδη προφανώς να είναι περισσότερο μετριόφρονες. Δεν θα ξαναγίνουν οι αριστοκράτες της δημοκρατίας, όπως επί μακρόν υπήρξαν εξαιτίας τής προφανώς υπερβολικής αξίωσής τους να διατηρούν προνομιακές σχέσεις με το καθολικό. Οι δημοκρατικοί καιροί μας δεν τους αναγνωρίζουν ένα τέτοιο προνόμιο. Οι κοινωνίες μας όμως έχουν μεγαλύτερη ανάγκη διανοουμένων ικανών να αρθρώνουν ειδικές γνώσεις και να δίνουν νόημα στη δράση.
Αυτόν τον ρόλο μπορούν να τον παίξουν πολλοί και θα ήταν ευκταίο να μην ανατίθεται μόνον στους «ειδικούς του καθολικού» που σκέφτονται τον κόσμο από απόσταση. Αντί να εμπιστευτούμε αυτόν τον ρόλο σε μια κατηγορία προσώπων, θα ήταν ίσως καλύτερο να επινοήσουμε «χρόνους στοχασμού», «χρόνους για το καθολικό», που θα ανήκαν σε όλους όσοι στρατεύονται στη δράση. […]
___________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου